Στις αρχές του 1941 η προέλαση του ελληνικού στρατού στο μέτωπο της Αλβανίας συνεχιζόταν ακάθεκτη. Στις 29 Ιανουαρίου πέθανε ο Πρωθυπουργός Μεταξάς και τη θέση του πήρε ο Αλ. Κορυζής. Στο μέτωπο της Αλβανίας, παρά τις συνεχείς αντεπιθέσεις των Ιταλών, ο ελληνικός στρατός διατηρούσε τις θέσεις του. Ούτε η συμμετοχή επίλεκτων μονάδων του ιταλικού στρατού, ούτε η ίδια η παρουσία του Μουσολίνι δεν μπόρεσαν να κάμψουν το φρόνημα των Ελλήνων στρατιωτών. Στη Σκοτούσσα, ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου (ημέρα Τρίτη) ήταν μία θαυμάσια ευκαιρία για τους χωρικούς να γιορτάσουν τις νίκες του ελληνικού στρατού.

Μνημείο στα οχυρά Ρούπελ.

Η χαρά τους όμως θα κρατούσε πολύ λίγο. Από τις αρχές Απριλίου 1941 (Κυριακή 6 Απριλίου) τα γερμανικά στρατεύματα είχαν αρχίσει να εισβάλουν στην Ελλάδα. Οι Γερμανοί κατέλαβαν αρχικά τα οχυρά Νυμφαίο και Εχίνος. Στη συνέχεια κατέλαβαν και τα οχυρά Ιστίμπεη-Κέλχαγια-Ποποτλίβιτσα. Στα οχυρά Ιστίμπεη υπηρετούσε ως ανθυπολοχαγός ο Χίντζιος Αντώνης από τη Σκοτούσσα Κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών στα οχυρά δυτικά των στενών του Ρούπελ έπεσε μαχόμενος ο Σκοτουσσαίος Καραμάνης Γεώργιος.

Ο Καραμάνης Γεώργιος του Αθανασίου γεννήθηκε στη Σκοτούσσα το 1915. Δυστυχώς για τον πατέρα του, λίγα χρόνια μετά το χαμό του Γιώργη, θα χάσει και το γιό του Βασίλη (γεννήθηκε το 1912) από πνευμονία. Ο Θανάσης Καραμάνης ήταν από τους τελευταίους Σκοτουσσαίους που επέμενε να φορά την παραδοσιακή ανδρική στολή μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1970 οπότε και απεβίωσε.

Γερμανοί στρατιώτες στα οχυρά Ιστίμπεη.

Η μεγάλη μάχη δόθηκε στα οχυρά Ρούπελ. Το Ρούπελ το υπερασπιζόταν 2900 αξιωματικοί και στρατιώτες. Είχαν να αντιμετωπίσουν τη συντονισμένη δράση του γερμανικού πυροβολικού, των αεροπλάνων στούκας που ήταν κάθετης εφόρμησης, καθώς επίσης και δυνάμεων πεζικού. Οι εχθροπραξίες στο Ρούπελ άρχισαν το πρωί της Κυριακής 6 Απριλίου 1941. Επί 3 συνεχείς ημέρες (6-8 Απριλίου) οι κάτοικοι της Σκοτούσσας έβλεπαν όλο το Μπέλες να φλέγεται. Ο εκκωφαντικός θόρυβος από τα αεροπλάνα στούκας και οι συνεχείς βομβαρδισμοί είχαν μετατρέψει την περιοχή των στενών του Ρούπελ σε κόλαση. Η 4η ημέρα των εχθροπραξιών άρχισε πάλι με βομβαρδισμό από το γερμανικό πυροβολικό, εφορμήσεις στούκας και προέλαση του πεζικού με άρματα μάχης. Οι γενναίοι στρατιώτες του Ρούπελ άντεξαν ακόμη μία ημέρα γερμανικών επιθέσεων. Το απόγευμα όμως αυτής της ημέρας (Τετάρτη 9 Απριλίου 1941) έμαθαν ότι οι Γερμανοί είχαν σπάσει το μέτωπο στην κοιλάδα του Αξιού και ήδη βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη. Κατόπιν αυτού, την επόμενη ημέρα το πρωί, Πέμπτη 10 Απριλίου, συνθηκολόγησαν και παρέδωσαν τα οχυρά του Ρούπελ. Γύρω στο μεσημέρι είχαν αρχίσει να φαίνονται τα πρώτα στρατεύματα των Γερμανών που περνούσαν κοντά στο χωριό Παλαιόκαστρο, με κατεύθυνση τις Σέρρες. Για τα παιδιά της Σκοτούσσας, που όλα τους φαίνονταν περίεργα και αθώα, ήταν μία μοναδική ευκαιρία να δουν από κοντά γερμανικά άρματα μάχης και μοτοσυκλετιστές. Έτρεξαν ως το Παλαιόκαστρο και κάποια από αυτά θα είχαν την ευκαιρία να διηγούνται αυτή την εμπειρία τους μέχρι τα βαθιά τους γεράματα (το περιστατικό μου διηγήθηκε ο Γεώργιος Ταϊμπίρης που τότε ήταν 9 χρονών).

Τις επόμενες ημέρες η προέλαση των Γερμανών συνεχίστηκε. Για το χωριό Σκοτούσσα και για όλη την Ελλάδα, άρχιζε μαζί με την Εβδομάδα των Παθών (στις 13 Απριλίου ήταν Κυριακή των Βαΐων) και ο Γολγοθάς την τριπλής κατοχής από Γερμανία, Βουλγαρία και Ιταλία. Μέχρι τις 2 Ιουνίου είχε ολοκληρωθεί και η κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς. Ολόκληρη η χώρα ήταν πλέον υπό κατοχή.

Οι δύο Σκοτουσσαίοι που έλαβαν μέρος στη μάχη των οχυρών στο Μπέλες περιμένουν ακόμη την πλήρη αναγνώριση της ηρωικής πράξης τους.

Ο Γεώργιος Καραμάνης έπεσε μαχόμενος για την πατρίδα του. Η φωτογραφία του κατέβηκε από τους τοίχους του Δημαρχιακού Μεγάρου και έκτοτε αγνοείται η τύχη της. Δεν έγινε καμία προσπάθεια για την επανατοποθέτηση της. Στο Ηρώο, που στήθηκε από την Κοινότητα Σκοτούσσας για να τιμηθούν «οι πεσόντες υπέρ της πατρίδος», τόσο το δικό του όνομα όσο και των υπολοίπων, έχουν πάψει να φαίνονται εδώ και πολύ καιρό. Η εκ νέου αναγραφή με ανθεκτικό μελάνι έχει κόστος περίπου 100 ευρώ.

Γεώργιος Καραμάνης
Τμήμα από το Ηρώον στη Σκοτούσσα με τα ονόματα των πεσόντων να μην διακρίνονται λόγω της φθοράς(?) του υλικού γραφής.

Ο Αντώνης Χίντζιος (1912-1941) πολέμησε ως ανθυπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού στα οχυρά Ιστίμπεη. Μετά το τέλος του πολέμου επέστρεψε στη Σκοτούσσα. Συνελήφθη από τους Βούλγαρους στις 29 Σεπτεμβρίου 1941 στο χωριό Κουμαριά, ενώ επέστρεφε από τη Θεσσαλονίκη. Μαζί του συνελήφθη και ο συγχωριανός του Βαγγέλης Κωστούδης ο οποίος κατάφερε τελικά να δραπετεύσει. Ο Χίντζιος εκτελέστηκε από τους Βούλγαρους και το σώμα του πετάχτηκε στον ποταμό Στρυμόνα. Το 1988 η Κοινότητα Σκοτούσσας αποφάσισε να τον τιμήσει και προχώρησε στην ανάθεση κατασκευής της προτομής του. Τα χρήματα δόθηκαν από το Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης και ο γλύπτης ήταν ο Γεώργιος Ζλατάνης από το Βαμβακόφυτο. Ο γλύπτης ολοκλήρωσε το έργο του και πληρώθηκε για την εργασία του με το ποσόν των 300.000 δραχμών. Παρά την ολοκλήρωση της κατασκευής της προτομής και την πλήρη αποπληρωμή του έργου, η Κοινότητα Σκοτούσσας ουδέποτε παρέλαβε την προτομή η οποία μέχρι και σήμερα βρίσκεται στο σπίτι των απογόνων του γλύπτη, στην πόλη των Σερρών.

Η προτομή του Αντώνη Χίντζιου όπως διατηρείται μέχρι σήμερα στο σπίτι των απογόνων του Γ. Ζλατάνη
Απόσπασμα από την απόφαση του κοινοτικού συμβουλίου Σκοτούσσας για τη φιλοτέχνηση προτομής του Α. Χίντζιου
Η απόδειξη της είσπραξης των χρημάτων από τον Γ. Ζλατάνη για την προτομή του Α. Χίντζιου.

Κείμενο: Σύκας Νικόλαος

Μοιράσου το