Η περίοδος των Παλαιολόγων στην περιοχή των Σερρών διήρκησε περίπου 80 χρόνια (1260-1341). Ήταν περίοδος αναγέννησης και ανάπτυξης τόσο της περιοχής των Σερρών, όσο και ολόκληρης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Προς το τέλος αυτής της περιόδου το χωριό Προσάνικον διοικούνταν από έναν ευγενή βυζαντινό άνδρα που ονομαζόταν Ιωάννης ο Σεβαστός. Η ύπαρξη του προσώπου αυτού βασίζεται σε ευρήματα τοιχογραφίας, στην  εκκλησία της Αγίας Σοφίας στην Οχρίδα.

Συγκεκριμένα, στα  δυτικά του κατώτερου τμήματος του  νάρθηκα της Αγίας Σοφίας βρίσκεται η τοιχογραφία-πορτραίτο του Ιωάννη. Το πρόσωπο απεικονίζεται χωρίς φωτοστέφανο, συνεπώς δεν πρόκειται για κάποιον άγιο. Φέρει την ενδυμασία ευγενούς της  εποχής εκείνης και στα αριστερά του υπάρχει η επιγραφή:

ΜΝΗΣΘΗΤΙ Χ(ΡΙΣΤ)Ε
ΨΥΧΗΝ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ (ΣΟΥ)
ΙΩ(ΑΝ)ΝΟΥ ΚΥΡΟΥ
(ΣΕΒ)ΑΣΤΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΣΕ
ΝΙΚΟΥ

Ο Ιωάννης ο Σεβαστός, με τη δωρεά προς την εκκλησία της  Αγίας Σοφίας, επεδίωκε αφενός μεν τη σωτηρία της ψυχής του, αφετέρου ήθελε να μνημονεύεται το όνομα του, καθώς και οι τίτλοι ευγενείας στους κατοπινούς αιώνες. Ο τίτλος του Ιωάννη «ΣΕΒΑΣΤΟΣ»,  καθώς και άλλοι παρόμοιοι τίτλοι (Πανσέβαστος, Πρωτοσέβαστος, Σεβαστοκράτωρ κλπ) δίδονταν σε συγγενείς του Αυτοκράτορα (γιοί, γαμπροί, ξαδέρφια) και κατά τη διάρκεια της Ύστερης Βυζαντινής Εποχής θεωρούνταν πρωταρχικής σημασίας. Στις  περισσότερες περιπτώσεις,  όλοι όσοι είχαν αυτούς τους τίτλους δεν ήταν απλώς κάποιοι ευγενείς, αλλά παράλληλα ασκούσαν και διοικητικά καθήκοντα. Στις συμβολαιογραφικές πράξεις που παρουσιάζονται στο βιβλίο της Benou «Le Codex B du Monastère Saint Jean Prodrome» σε αρκετές περιπτώσεις παρουσιάζονται άτομα με το τίτλο ΣΕΒΑΣΤΟΣ (Σεβαστός Ιωάννης ο Σαρακηνός, Σεβαστός  Μιχαήλ του Μύρη, Σεβαστός Αχυραίτης, Σεβαστός Κεραμεύς, κλπ).

Εκτός από τον τίτλο Σεβαστός, ο Ιωάννης προσφωνείται και ΚΥΡΗΣ. Ο τίτλος ΚΥΡ(ΚΥΡΑΝ για τη γυναίκα) είναι ένα αρκετά κοινό επίτιμο επίθετο που ήταν ήδη παρόν στη μεσοβυζαντινή περίοδο, αλλά κατά τη διάρκεια των Παλαιολόγων έγινε πολύ συνηθισμένο. Συνήθως τον είχαν τα μέλη των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων και πολύ συχνά συναντάται στις αρχειακές πηγές. Το άτομο ποτέ δεν καλούσε ή υπέγραφε για  τον εαυτό του χρησιμοποιώντας αυτόν τον τίτλο˙ μόνο άλλοι τον αποκαλούσαν ΚΥΡ. Ποτέ δεν δινόταν στους πάροικους, στους αγρότες και είναι εξαιρετικά σπάνιο να βρεθεί για  συνηθισμένους ανθρώπους. Τον τίτλο αυτόν μπορούσαν να τον έχουν μοναχοί, καθώς επίσης και άλλοι αξιωματούχοι της εκκλησίας. Θα μπορούσε να θεωρηθεί  ισοδύναμο με το αγγλικό «Sir», με την αυστηρότερη έννοια του. Από τους τίτλους ευγενείας που είχε ο Ιωάννης, γίνεται σαφές ότι επρόκειτο για κάποιον ευγενή, αρκετά πλούσιο, που επιπλέον είχε και τον επιθετικό προσδιορισμό «ΤΟΥ ΠΡΩΣΕΝΙΚΟΥ». Τόσο στο βιβλίου του Йордан Иванов, όσο και στη διατριβή του C.  Malatras ο προσδιορισμός αυτός σχετίζεται με το χωριό Προσάνικον (σημερινή Σκοτούσσα) των Σερρών. Σίγουρα δεν καταγόταν από το χωριό Προσάνικον. Ίσως ήταν ο «προνοιάριος», δηλαδή ο ιδιοκτήτης  του αγροκτήματος του Προσενίκου και γι αυτό είχε αποκτήσει ως επίθετο το όνομα ΠΡΟΣΕΝΙΚΟΥ.

Η εκκλησία της Αγίας Σοφίας στην Οχρίδα χτίστηκε τον 11ο αι. μετά την ανακατάληψη της Οχρίδας από το Βασίλειο το Βουλγαροκτόνο. Τμήμα του νάρθηκα χτίστηκε το 1317 από τον Αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο της Οχρίδας. Η Οχρίδα διέθετε τότε σημαντική παράδοση στις τοιχογραφίες και στις αγιογραφίες με πρωτεργάτες τους Μιχαήλ Αστραπά και Ευτύχιο. Διέθετε δική της σχολή και ήταν γνωστή σε όλη την επικράτεια της τότε Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Διάφοροι ερευνητές τοποθετούν χρονολογικά τη συγκεκριμένη τοιχογραφία στο 2ο τέταρτο του 14ου αιώνα (1325-1350).  Με δεδομένο ότι η Οχρίδα κατελήφθη από τους Σέρβους το 1334, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Ιωάννης ο Σεβαστός, ο Κύρης του Προσενίκου, ήρθε στην Οχρίδα μεταξύ 1320 και 1335. Όπως προαναφέρθηκε, πιθανότατα επρόκειτο για κάποιον πλούσιο ευγενή, συγγενή του αυτοκράτορα, στον οποίο είχε παραχωρηθεί το προνόμιο να είναι κύριος του αγροκτήματος του Προσενίκου (Σκοτούσσα). Με τα χρήματα που διέθετε από την εκμετάλλευση του αγροκτήματος,  μπορούσε να ταξιδέψει μέχρι την Οχρίδα και να δαπανήσει το ανάλογο ποσό για να ζωγραφίσουν το πορτραίτο του στο νάρθηκα της εκκλησίας. Ο  νάρθηκας είχε ξεκινήσει να χτίζεται το 1317, είχε ανώτερο και κατώτερο τμήμα και υπήρχε ανάγκη για να καλυφθεί με τοιχογραφίες. Την ανάγκη αυτή πρέπει να εκμεταλλεύτηκε και ο Ιωάννης ο Σεβαστός. Το πορτραίτο του Ιωάννη είναι από τα λίγα έργα που ανήκουν στην εποχή των Παλαιολόγων. Οι περισσότερες τοιχογραφίες της Αγίας Σοφίας ανήκουν στην εποχή των Κομνηνών (11ος και 12ος αιώνας).

Μετά την κατάληψη της Οχρίδας από τους Οθωμανούς (1395), η εκκλησία μετατράπηκε σε τζαμί, καταστράφηκαν τα μάτια των εικονιζόμενων προσώπων και οι τοιχογραφίες σκεπάστηκαν με ασβέστη. Στην κατάσταση αυτή οι τοιχογραφίες παρέμειναν για 500 περίπου χρόνια. Το 1912 η Οχρίδα κατελήφθη από τους Σέρβους, η Αγία Σοφία έγινε και πάλι χριστιανικός ναός και άρχισε ο καθαρισμός των τοιχογραφιών. Τα ευρήματα από την τοιχογραφία-πορτραίτο του Ιωάννη παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στο βιβλίο «Български старини из Македония  (βουλγαρικές αρχαιότητες στη Μακεδονία).

Στην επιγραφή το όνομα του χωριού αναγράφεται στη γενική: ΤΟΥ  ΠΡΩΣΕΝΙΚΟΥ. Με μια πρώτη ματιά σίγουρα ξενίζει η ορθογραφία με το Ω στην πρόθεση ΠΡΟΣ. Ενδεχομένως να πρόκειται για ορθογραφικό λάθος αφού το Ω αντί του Ο παρατηρείται και σε άλλες τοιχογραφίες της εκκλησίας (η λέξη Θεόφιλος είναι γραμμένη Θεώφιλος).

Απόσπασμα από το βιβλίο του Νικολάου Σύκα «Η Σκοτούσσα της Οδομαντικής και η Σκοτούσσα των Σερρών – Ιστορία δύο πόλεων».


Μοιράσου το