Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου ξεκίνησε να χτίζεται στις αρχές της δεκαετίας του 1920 στη θέση της παλιάς εκκλησίας. Η παλιά εκκλησία καταστράφηκε εντελώς κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Την χρονική περίοδο 1916-1918 οι κάτοικοι της Σκοτούσσας είχαν μεταφερθεί ως όμηροι στη Βουλγαρία και το χωριό βρισκόταν στη λεγόμενη «νεκρή ζώνη», ανάμεσα στις δυνάμεις των Βουλγάρων από τη μία πλευρά και των Συμμαχικών δυνάμεων της Στρατιάς της Ανατολής από την άλλη.


Για την παλιά εκκλησία έχουμε πληροφορίες από τον Βούλγαρο εκπαιδευτικό και ερευνητή Γκεόργκι Στρέσωφ. Από αυτόν μαθαίνουμε ότι το χωριό ΠΡΟΣΕΝΙΚ (σημερινή Σκοτούσσα) το έτος 1891 διέθετε μία νέα «γραικομάνικη» εκκλησία του Αγίου Γεωργίου με όμορφο καμπαναριό.

Δέκα χρόνια αργότερα, το 1900, ο Άγγλος περιηγητής Abbott, περνώντας με το τραίνο από το Πρόσνικ, ανέφερε ότι η εκκλησία «είχε ένα ψηλό τετράγωνο κωδωνοστάσιο αποτελούμενο από τέσσερεις αλληλοστηριζόμενες αψίδες». Τη θέση της παλιάς εκκλησίας στο σημείο που βρίσκεται η σημερινή επιβεβαιώνουν οι χάρτες της Στρατιάς της Ανατολής που εκδόθηκαν το 1917.


Μετά της επιστροφή των κατοίκων από την ομηρία (Οκτώβριος-Νοέμβριος 1918), το ρόλο της εκκλησίας για 1-2 χρόνια έπαιζε ένα αντίσκηνο που είχε παραχωρηθεί από τις γαλλικές συμμαχικές δυνάμεις. Με πρωτοβουλία του ιερέα του χωριού, του παπα-Χριστόφορου Μιχαηλίδη, από τις αρχές του 1920 ξεκίνησε το χτίσιμο της εκκλησίας. Σε φωτογραφία από το πανηγύρι του χωριού το Σεπτέμβριο του 1921 φαίνεται ότι μέχρι τα τέλη του 1921 είχε ολοκληρωθεί το χτίσιμο του ναού και έμενε να κατασκευαστεί και η οροφή. Το έργο ολοκληρώθηκε την επόμενη χρονιά και από το 1923 οι κάτοικοι της Σκοτούσσας εκκλησιάζονταν στη νέα τους εκκλησία. Το 1924 τοποθετήθηκε στο καμπαναριό και η καμπάνα που έφεραν οι πρόσφυγες από τις πατρογονικές τους εστίες.
Η σημερινή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου είναι βασιλικού ρυθμού, τρίκλιτη με τρούλο. Έχει οκτώ κολώνες σε δύο σειρές που συγκρατούν την οροφή και τον τρούλο. Κυριαρχεί ο κατά μήκος άξονας που τελικά απολήγει στη μικρή ημικυκλική αψίδα του ιερού. Ο τρούλος στηρίζεται σε τέσσερα σφαιρικά τρίγωνα. Το τέμπλο είναι ξύλινο, χειροποίητο και υπήρχαν έξι σειρές από στασίδια ξύλινα. Η εκκλησία διέθετε από την αρχή γυναικωνίτη, άμβωνα και αναλόγια. Λίγο μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του κτιρίου της εκκλησίας, διαμορφώθηκε τόσο ο περιβάλλων χώρος, όσο και η περίφραξη του χώρου. Επίσης, στο ΝΑ σημείο του περιβάλλοντος χώρου λειτούργησε το νεκροταφείο του χωριού μέχρι και τα τέλη δεκαετίας του 1970.


Από το Φεβρουάριο του 1983 ιερέας στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου ανέλαβε ο παπα-Γιάννης Καραμανλής. Στη διάρκεια της υπερτριακονταετούς πλέον θητείας του ο ναός του Αγίου Γεωργίου μετατράπηκε σε πραγματικό στολίδι. Ξεκίνησε το 1983 με την ενίσχυση του τρούλου που είχε υποστεί ζημίες. Ο τρούλος στην αρχική του μορφή καλύπτονταν με μεταλλικά λέπια, ενώ τώρα καλύπτεται με επένδυση ειδικής λαμαρίνας. Τον Ιούλιο του 1990 εγκαινιάστηκε η αίθουσα τελετών που χτίστηκε με τη συνδρομή και την εθελοντική εργασία όλων των κατοίκων της ενορίας. Ακολούθως, διαμορφώθηκε ο νάρθηκας της εκκλησίας, καθώς επίσης και ο περιβάλλων χώρος. Εξωτερικά ο ναός επενδύθηκε με περίτεχνα τουβλάκια και κεραμική. Στο εσωτερικό του ναού τοποθετήθηκε κεντρική θέρμανση, μαρμάρινα δάπεδα, αντικαταστάθηκαν τα ξύλινα στασίδια, τα αναλόγια και μερικές από τις εικόνες του τέμπλου. Το τέμπλο ανανεώθηκε, βάφτηκε σε ξύλινη απόχρωση, ενώ διατηρήθηκαν μερικές εικόνες που υπήρχαν από το 1925. Από το 2010 ξεκίνησε η περικαλλής αγιογράφηση του εσωτερικού του ναού με δωρεές των ενοριτών.
Το 2013 στο βόρειο τμήμα του προαύλιου χώρου της εκκλησίας προστέθηκε το παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου στη μνήμη του Νίκου Πέτσα.

Κείμενο: Σύκας Νικόλαος


Μοιράσου το