Το βυζαντινό όνομα του χωριού Σκοτούσσα ήταν Προσάνικον ή Προσένικον. Η πρώτη αναφορά  του χωριού Σκοτούσσα με το βυζαντινό όνομα Προσάνικον, βρίσκεται σε ένα συμβόλαιο αγοραπωλησίας αγροκτήματος και ανήκει στο έτος 1320 μ.Χ. Η αγοραπωλησία έγινε μεταξύ μίας αρχοντικής οικογένειας της βυζαντινής κοινωνίας (οικογένεια Κροκά) και της Ι.Μ. του Τιμίου Προδρόμου Σερρών. Συγκεκριμένα, η χήρα Άννα Κρόκενα μαζί με τα 5 παιδιά της, τους Θεόδωρο, Γεώργιο, Μανουήλ, Βεστίνα και ένα ακόμη που δεν μνημονεύεται το όνομα του, πούλησαν την πατρογονική γη τους στο μοναστήρι. Η γη τους ανήκε από κληρονομιά («εκ γονικόθεν ημίν χωραφιαίαν γην») και το τίμημα της πώλησης ήταν 106 υπέρπυρα. Στο συμβόλαιο περιγράφονται τα όρια της έκτασης προς πώληση. Ένα από τα όρια ήταν ο δρόμος από τις Σέρρες στο χωριό Προσάνικον («εις την οδόν την πορευομένην από τας Σέρρας  εις  Προσάνικον»).

Το υπέρπυρο ήταν το  παραδοσιακό χρυσό νόμισμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τα τέλη του 11ου αι. Από τις αρχές του 13ου αι. η αξία του και η περιεκτικότητα σε χρυσό άρχισε να μειώνεται. Την εποχή που έγινε η αγοραπωλησία, επί αυτοκράτορος Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου(1282-1328), το υπέρπυρο ήταν μόλις 12 καρατίων, ενώ στην αρχική του μορφή ήταν 20.5 καρατίων (πηγή: en.wikipedia.org, Hyperpyron).

Το συμβόλαιο αυτό δημοσιεύθηκε στο βιβλίο της Lisa Benou το 1998. Το βιβλίο της  βασίστηκε σε προηγούμενη δημοσίευση του Andre Guillou, του έτους 1955, και περιλαμβάνει 218 κείμενα διαφόρων συμβολαιογραφικών πράξεων (58 πωλήσεις, 17 δωρεές, 7 ενοικιάσεις  κλπ),  της εποχής του 13ου-15ου αι., από την περιοχή των Σερρών. Ο Κώδικας με αυτά τα κείμενα βρισκόταν στην Ι.Μ. του Τιμίου Προδρόμου Σερρών και εκλάπη από τους Βούλγαρους το διάστημα 1916-18. Σήμερα βρίσκεται στη Σόφια, στα Αρχεία του Κέντρου Σλαβο-Βυζαντινών σπουδών Ivan Dujcef και αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ του ελληνικού και του βουλγαρικού κράτους, προκειμένου να επιστραφεί στο μοναστήρι από όπου εκλάπη.

Πριν την κλοπή των εγγράφων και συγκεκριμένα το 1904, ο ηγούμενος και ιεροδιδάσκαλος της μονής του Τιμίου Προδρόμου Χριστόφορος ο Προδρομίτης, είχε επεξεργαστεί το σύνολο των εγγράφων της μονής και είχε δημοσιεύσει τις παρατηρήσεις του σε βιβλίο που εκδόθηκε στη Λειψία . Σε ότι αφορά το προαναφερθέν συμβόλαιο, ο Χριστόφορος αναφέρει ότι το 1320 η μονή Τιμίου Προδρόμου απέκτησε μία έκταση δυτικά των Σερρών και συμπληρώνει λέγοντας ότι το χωριό που το 1904 ονομάζονταν Προσενίκι, το 1320 ονομάζονταν Προσανίκου.

Εκτός από αυτό το συγκεκριμένο συμβόλαιο στο οποίο αναφέρεται το χωριό Προσάνικον, στο βιβλίο της η Benou παρουσιάζει επιπλέον συμβολαιογραφικές πράξεις από τις οποίες μπορούμε να έχουμε μια εικόνα για τη διαμόρφωση της περιοχής στις αρχές του 14ου αι. Έτσι μαθαίνουμε ότι:

  • τα αδέρφια Κροκά,  ο Θεόδωρος, ο Γεώργιος και ο Μανουήλ, εκτός από το προαναφερθέν κτήμα, είχαν στην κατοχή τους και άλλη έκταση, περίπου 400 στρεμμάτων, πάνω από την οδό που ένωνε τις Σέρρες με το Μελένικο, στην  περιοχή του οικισμού Γαστελέγγος. Ο οικισμός αυτός βρισκόταν λίγο βορειότερα του σημερινού χωριού Χριστός.  Στο σημείο αυτό και σε ευρεία έκταση γύρω από το σημερινό ναό της Αγίας Παρασκευής της κοινότητας Άνω Χριστός, ανευρέθησαν όστρακα άβαφης και εφυαλωμένης κεραμικής υστεροβυζαντινών χρόνων. Λίγα μέτρα βορειοδυτικά της εκκλησίας βρέθηκαν θεμέλια τοίχων.
  • Η οικογένεια Κροκά είχε στην κατοχή της και άλλα κτήματα που βρίσκονταν μεταξύ του οικισμού Γαστελέγγος, το Λεγγίνιον και το Μελινικίτζιο. Από την αναφορά των τοπωνυμίων συμπεραίνουμε ότι γύρω στα 1320 συνυπήρχαν οι οικισμοί  Λεγγίνιο και  Μελενικίτζιο.
  • Σε αναφορές που γίνονται στα κτήματα της οικογένειας Κροκά γίνεται μνεία και του οικισμού Χριστός. Φαίνεται πως, όπως και στους γειτονικούς οικισμούς Λεγγίνιο και Μελενικίτζιο, έτσι και οι οικισμοί Γαστελέγγος και Χριστός συνυπήρχαν για μερικά χρόνια. Η περιοχή του οικισμού Χριστός αρχικά ήταν μετόχι της Ι.Μ. του Τιμίου Προδρόμου Σερρών.
  • Η πράξη 39 αναφέρεται στο χωριό Τοπόλτζος, στους κατοίκους αυτού καθώς και στο φόρο που πληρώνει ο καθένας. Ο οικισμός αυτός ενδεχομένως να σχετίζεται με τον οικισμό Τοπόλτσα που βρισκόταν 3 χλμ βόρεια του χωριού Παλαιόκαστρο. Ο Καφταντζής πιστεύει ότι το χωριό Τοπόλτζος βρισκόταν κοντά στη μονή Προδρόμου, πάνω στο βουνό Μενοίκιο.
  • Σε 3 διαφορετικές πράξεις αναφέρεται το τοπωνύμιο Βάλτα. Η περιοχή αυτή πιθανότατα αντιστοιχεί στην περιοχή Βάλτος που βρίσκεται μεταξύ των αγροκτημάτων των χωριών Σκοτούσσα, Μελενικίτσι και Καλά Δένδρα.
  • Από τις διάφορες συμβολαιογραφικές πράξεις αντλούμε πολύτιμες πληροφορίες για την αγροτική οικονομία της περιοχής. Οι κάτοικοι ασχολούνταν με την καλλιέργεια δημητριακών, καλλιεργούσαν αμπέλια, οπορωφόρα δένδρα όπως κερασιές, συκιές, καρυδιές, αμυγδαλιές, απιδιές. Επιπλέον ψάρευαν ψάρια στις λίμνες, γνώριζαν  τη μελισσοκομία, είχαν νερόμυλους (τρεις στο χωριό Λεγγίνιο[4]) και εκτρέφανε αιγοπρόβατα, βοοειδή, όνους (γαϊδούρια) και χοίρους. Επιπλέον γνωρίζουμε ότι την εποχή εκείνη είχε  αναπτυχθεί η καλλιέργεια του βαμβακιού.

Από το  συμβόλαιο που αναφέρεται στο χωριό Προσάνικον, οι πληροφορίες τις οποίες αντλούμε είναι οι εξής:

  1. Το 1320 υπήρχε οικισμός με το όνομα «Προσάνικον» που αντιστοιχεί στη σημερινή Σκοτούσσα Σερρών. Ο οικισμός αυτός συνδεόταν απευθείας με τις  Σέρρες, με δρόμο που για εκείνη την εποχή ήταν σημαντικός και αποτελούσε όριο κτήματος. Ο δρόμος αυτός,  παρέμεινε σε χρήση μέχρι και τη δεκαετία του 1960. Στη συνέχεια, λόγω του αναδασμού καταστράφηκε. Ξεκινούσε από την περιοχή του Λευκώνα (Καβακλή) και στη συνέχεια διασχίζοντας την περιοχή Βάλτος, έφτανε στα βόρεια της  Σκοτούσσας (Προσάνικον) στην περιοχή Καλόγερος. Στο συμβόλαιο αναφέρεται ότι ο δρόμος το 1320 έφτανε μέχρι το Προσάνικον («…εξ ου και την αρχήν έλαβε»).  Σε μεταγενέστερες εποχές όμως,  συνέχιζε την πορεία του με κατεύθυνση ΒΔ μέχρι να συναντήσει το δρόμο που είχε κατεύθυνση από νοτιοδυτικά προς βορειοανατολικά και οδηγούσε στο Σιδηρόκαστρο. Η διασταύρωση αυτή βρισκόταν λίγο βορειότερα του χωριού Γεφυρούδι (Κιουπρί). Ο  δρόμος με κατεύθυνση προς το Σιδηρόκαστρο,  πιθανότατα να σχετίζεται με το δρόμο που αποτυπώνεται στον Πευτιγγεριανό Κώδικα  και ένωνε την αρχαία Ευπορία (περιοχή Καλόκαστρου-Στρυμονικού) με την Ηράκλεια Σιντικής. Ο δρόμος από τις Σέρρες μέχρι το Προσάνικο διασταυρωνόταν με  το δρόμο που ένωνε τα Καλά Δένδρα με το χωριό Χριστός, καθώς επίσης και με το δρόμο που οδηγούσε από  το χωριό Προσάνικο προς τη «βασιλική οδό» Σερρών-Μελένικου.
  2. Δίπλα στον οικισμό Προσάνικον υπήρχαν ο οικισμός Καλά Δένδρα, Μελενικίτζιον και Χριστός.
  3. Δυστυχώς δεν υπάρχουν στοιχεία για τον πληθυσμό των οικισμών Προσάνικο, Καλά Δένδρα, Μελενικίτσι και Χριστός. Εάν βασιστούμε σε στοιχεία βυζαντινών απογραφών που έγιναν στα χωριά Ροδολείβος και Δοξόμπους (σημ. Μύρκινο) και αφορούν την ίδια χρονική περίοδο (1316-17), τότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι ανάλογος πληθυσμός θα υπήρχε και στο χωριό Προσάνικο. Υπολογίζεται δηλαδή ότι ο πληθυσμός πρέπει να ήταν  περίπου  400  κάτοικοι.
  4. Το κτήμα της οικογένειας Κροκά που επωλήθη προς το μοναστήρι ήταν χωραφιαίο, δηλαδή καλλιεργήσιμο και είχε έκταση περίπου 1100 στρέμματα. Συνεπώς, το 1320, η έκταση που βρισκόταν νοτιοδυτικά της βασιλικής οδού ήταν καλλιεργήσιμη. Η λεγόμενη βασιλική οδός αποτελεί την εξέλιξη της οδού που παλιότερα ένωνε τις Σέρρες  (Sarxa) με την Ηράκλεια Σιντικής.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Νικολάου Σύκα «Η Σκοτούσσα της Οδομαντικής και η Σκοτούσσα των Σερρών – Ιστορία δύο πόλεων»


Μοιράσου το